Μία μικρή απορία
Δημοσιεύτηκε: 11 Ιαν 2014, 02:39
Είμαι μητέρα μαθητού δημοτικού και εδώ και καιρό θέλω να θίξω ένα θέμα που το συζητάμε, βέβαια, και με τους υπόλοιπους γονείς αλλά ποτέ δεν υπήρξε μία σοβαρή ή υπεύθυνη απάντηση γι’ αυτό από κανέναν.
Που ακριβώς αποσκοπεί το γεγονός ότι γράφονται τόσα πολλά και τόσο συχνά τεστ στο δημοτικό; Τι προσφέρει αυτή η πρακτική στο παιδί και στον γονιό εκτός από άγχος; Τι προσφέρει στον εκπαιδευτικό εκτός από το «άλλοθι» της βαθμολογίας;
Τι είδους αξιολόγηση γίνεται μέσω των τεστ που βεβαίως να συνδυάζεται και με την καθημερινή αξιολόγηση του επιπέδου της τάξης;
Π.χ. ένα παιδί που είναι κάθε μέρα διαβασμένο και προετοιμασμένο, στα γραπτά τεστ δεν αποδίδει ανάλογα. Κάτι δεν σημαίνει αυτό σε σχέση με την διατύπωση του γραπτού λόγου; Ή με τη συγκράτηση τόσων πολλών πληροφοριών; Και το αντίστροφο βεβαίως. Παιδιά που θεωρούνται ότι δεν συμμετέχουν την ώρα του μαθήματος, στα γραπτά τεστ τα πάνε πολύ καλύτερα. Γιατί άραγε; Τι μπορεί να σημαίνει αυτό σε σχέση με τον τρόπο διδασκαλίας; Ή σε σχέση με το κίνητρο που δεν βρίσκουν κατά τη διάρκεια του μαθήματος;
Και όταν φαίνεται, μέσω των τεστ, ότι η συντριπτική πλειονότητα των μαθητών δεν έχει εμπεδώσει και δεν έχει αποδώσει τα αναμενόμενα, επαναλαμβάνεται ποτέ η συγκεκριμένη ενότητα; Ποτέ! Απλώς πετιέται η μπάλα στους γονείς, να φροντίσουν να καλύψουν τα κενά των παιδιών και βέβαια κανείς δεν σκέφτεται αν ο γονιός έχει τις γνώσεις ή, έστω ότι τις έχει, αν έχει την ικανότητα ή τον χρόνο να τις μεταφέρει με επιτυχία στο παιδί.
Καμμία αξιολόγηση προς καμμία κατεύθυνση. Έτσι όμως τα παιδιά από τα 8 τους χρόνια μέχρι τα 25 και βάλε έχουν μόνο ένα σκοπό, όσον αφορά τη σχολική τους καριέρα: Να γράψουνε καλά στα τεστ. Όχι να κατανοούν αλλά να ξεπερνούν με επιτυχία μία συνεχή δοκιμασία, με οποιοδήποτε κόστος και αντάλλαγμα. Για κατανόηση, κουβέντα. Για ενίσχυση της αναλυτικής και επανασυνθετικής ικανότητας, επίσης κουβέντα. Και που βρίσκεται σε όλη αυτήν την διαδικασία η χαρά της μάθησης; Η ηδονή της ανακάλυψης;
Φτάνουμε να περνάμε όλα μας τα σαββατοκύριακα και αρκετά από τα απογεύματα της εβδομάδας με διάβασμα και πάλι διάβασμα και επιπλέον διάβασμα. Που να βρεθεί χρόνος για να χαλαρώσει το παιδί; Για να παίξει; Για να τον περάσουμε ποιοτικά, γονείς και παιδιά, όπως πολλές φορές μας κατηγορούνε οι ίδιοι δάσκαλοι ότι δεν φροντίζουμε γι’ αυτό;
Τεστ γράφονται μόλις τελειώσει μία ενότητα. Συνολικά γράφονται, αν υπολογίσουμε τις ενότητες της γλώσσας, των μαθηματικών, της φυσικής, της γεωγραφίας, της ιστορίας, του….,της….., περίπου 50-70 τεστ όλη τη σχολική περίοδο. Που αυτό σημαίνει 50-70 τουλάχιστον ώρες μείον από την διδασκαλία. Σε σύνολο το λιγότερο 10-15 μέρες. Αν δηλαδή οι ώρες αυτές δεν ήταν αφιερωμένες στα τεστ, η ύλη θα τελείωνε σε 10-15 μέρες νωρίτερα και οι ώρες αυτές θα μπορούσαν να αφιερωθούν στην επανάληψη των σημαντικότερων σημείων της ύλης. Διότι «η επανάληψη μήτηρ πάσης μαθήσεως», όχι η αποστήθιση ή η συνεχής πίεση.
Άραγε σε ποιο σημείο του κόσμου και σε ποια χρονική στιγμή εφαρμόσθηκε το παραπάνω σύστημα και ποιά ήταν τ’ αποτελέσματα στο γνωστικό επίπεδο των μαθητών; Οι αναπτυξιολόγοι, παιδονευρολόγοι, παιδοψυχολόγοι και άλλοι επιστήμονες της ψυχικής υγείας τι άποψη έχουν επί του θέματος; Είναι μία πρακτική που προάγει το γνωστικό, συναισθηματικό ή ψυχικό υπόβαθρο του παιδιού των 8-9-10-11 ετών και προς ποια κατεύθυνση; Η ανάπτυξη του εγκεφάλου συνεχίζεται χωρίς καμμία επίδραση από την τοξικότητα που δημιουργεί το συνεχές στρες; Είναι άραγε ο παιδικός εγκέφαλος πλήρως έτοιμος από νευρολογικής απόψεως ώστε να ανταποκρίνεται κάθε πέντε μέρες σε μία τέτοια διαδικασία; Βοηθάται η μνήμη, η κρίση, τι τέλος πάντων;
Ίσως είμαστε η μοναδική χώρα όπου γράφονται τόσα πολλά τεστ στην υποχρεωτική εκπαίδευση (δημοτικό και γυμνάσιο) και κανένα στην ανώτατη.
Μία μόνο εξήγηση θα μου φαινόταν ως η πλέον αποδεκτή: Ότι οι εκπαιδευτικοί, όντως, τάσσονται υπέρ της «συνεχούς αξιολόγησης»… των άλλων.
Που ακριβώς αποσκοπεί το γεγονός ότι γράφονται τόσα πολλά και τόσο συχνά τεστ στο δημοτικό; Τι προσφέρει αυτή η πρακτική στο παιδί και στον γονιό εκτός από άγχος; Τι προσφέρει στον εκπαιδευτικό εκτός από το «άλλοθι» της βαθμολογίας;
Τι είδους αξιολόγηση γίνεται μέσω των τεστ που βεβαίως να συνδυάζεται και με την καθημερινή αξιολόγηση του επιπέδου της τάξης;
Π.χ. ένα παιδί που είναι κάθε μέρα διαβασμένο και προετοιμασμένο, στα γραπτά τεστ δεν αποδίδει ανάλογα. Κάτι δεν σημαίνει αυτό σε σχέση με την διατύπωση του γραπτού λόγου; Ή με τη συγκράτηση τόσων πολλών πληροφοριών; Και το αντίστροφο βεβαίως. Παιδιά που θεωρούνται ότι δεν συμμετέχουν την ώρα του μαθήματος, στα γραπτά τεστ τα πάνε πολύ καλύτερα. Γιατί άραγε; Τι μπορεί να σημαίνει αυτό σε σχέση με τον τρόπο διδασκαλίας; Ή σε σχέση με το κίνητρο που δεν βρίσκουν κατά τη διάρκεια του μαθήματος;
Και όταν φαίνεται, μέσω των τεστ, ότι η συντριπτική πλειονότητα των μαθητών δεν έχει εμπεδώσει και δεν έχει αποδώσει τα αναμενόμενα, επαναλαμβάνεται ποτέ η συγκεκριμένη ενότητα; Ποτέ! Απλώς πετιέται η μπάλα στους γονείς, να φροντίσουν να καλύψουν τα κενά των παιδιών και βέβαια κανείς δεν σκέφτεται αν ο γονιός έχει τις γνώσεις ή, έστω ότι τις έχει, αν έχει την ικανότητα ή τον χρόνο να τις μεταφέρει με επιτυχία στο παιδί.
Καμμία αξιολόγηση προς καμμία κατεύθυνση. Έτσι όμως τα παιδιά από τα 8 τους χρόνια μέχρι τα 25 και βάλε έχουν μόνο ένα σκοπό, όσον αφορά τη σχολική τους καριέρα: Να γράψουνε καλά στα τεστ. Όχι να κατανοούν αλλά να ξεπερνούν με επιτυχία μία συνεχή δοκιμασία, με οποιοδήποτε κόστος και αντάλλαγμα. Για κατανόηση, κουβέντα. Για ενίσχυση της αναλυτικής και επανασυνθετικής ικανότητας, επίσης κουβέντα. Και που βρίσκεται σε όλη αυτήν την διαδικασία η χαρά της μάθησης; Η ηδονή της ανακάλυψης;
Φτάνουμε να περνάμε όλα μας τα σαββατοκύριακα και αρκετά από τα απογεύματα της εβδομάδας με διάβασμα και πάλι διάβασμα και επιπλέον διάβασμα. Που να βρεθεί χρόνος για να χαλαρώσει το παιδί; Για να παίξει; Για να τον περάσουμε ποιοτικά, γονείς και παιδιά, όπως πολλές φορές μας κατηγορούνε οι ίδιοι δάσκαλοι ότι δεν φροντίζουμε γι’ αυτό;
Τεστ γράφονται μόλις τελειώσει μία ενότητα. Συνολικά γράφονται, αν υπολογίσουμε τις ενότητες της γλώσσας, των μαθηματικών, της φυσικής, της γεωγραφίας, της ιστορίας, του….,της….., περίπου 50-70 τεστ όλη τη σχολική περίοδο. Που αυτό σημαίνει 50-70 τουλάχιστον ώρες μείον από την διδασκαλία. Σε σύνολο το λιγότερο 10-15 μέρες. Αν δηλαδή οι ώρες αυτές δεν ήταν αφιερωμένες στα τεστ, η ύλη θα τελείωνε σε 10-15 μέρες νωρίτερα και οι ώρες αυτές θα μπορούσαν να αφιερωθούν στην επανάληψη των σημαντικότερων σημείων της ύλης. Διότι «η επανάληψη μήτηρ πάσης μαθήσεως», όχι η αποστήθιση ή η συνεχής πίεση.
Άραγε σε ποιο σημείο του κόσμου και σε ποια χρονική στιγμή εφαρμόσθηκε το παραπάνω σύστημα και ποιά ήταν τ’ αποτελέσματα στο γνωστικό επίπεδο των μαθητών; Οι αναπτυξιολόγοι, παιδονευρολόγοι, παιδοψυχολόγοι και άλλοι επιστήμονες της ψυχικής υγείας τι άποψη έχουν επί του θέματος; Είναι μία πρακτική που προάγει το γνωστικό, συναισθηματικό ή ψυχικό υπόβαθρο του παιδιού των 8-9-10-11 ετών και προς ποια κατεύθυνση; Η ανάπτυξη του εγκεφάλου συνεχίζεται χωρίς καμμία επίδραση από την τοξικότητα που δημιουργεί το συνεχές στρες; Είναι άραγε ο παιδικός εγκέφαλος πλήρως έτοιμος από νευρολογικής απόψεως ώστε να ανταποκρίνεται κάθε πέντε μέρες σε μία τέτοια διαδικασία; Βοηθάται η μνήμη, η κρίση, τι τέλος πάντων;
Ίσως είμαστε η μοναδική χώρα όπου γράφονται τόσα πολλά τεστ στην υποχρεωτική εκπαίδευση (δημοτικό και γυμνάσιο) και κανένα στην ανώτατη.
Μία μόνο εξήγηση θα μου φαινόταν ως η πλέον αποδεκτή: Ότι οι εκπαιδευτικοί, όντως, τάσσονται υπέρ της «συνεχούς αξιολόγησης»… των άλλων.